Βιώσιμη Ανάπτυξη & Κυκλική Οικονομία
Τις τελευταίες δεκαετίες, η ανθρωπότητα έχει έρθει αντιμέτωπη με ποικίλα περιβαλλοντικά, κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα. Σε διεθνές επίπεδο, οι κυβερνήσεις, πολλοί διεθνείς οργανισμοί, αλλά και ιδιωτικοί φορείς αντιμετωπίζουν σημαντικές προκλήσεις. Οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και η έλλειψη πόρων ολοένα εντείνονται, ενώ παράλληλα ο αντίκτυπος της βιομηχανικής παραγωγής δεν περιορίζεται στα στενά πλαίσια ενός κράτους, αλλά αντίθετα εξαπλώνεται σε όλο τον κόσμο. Αυτή η παράμετρος του περιβάλλοντος που δε γνωρίζει σύνορα, έχει καταστήσει τα κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα συλλογικά ζητήματα που απαιτούν κοινές προσπάθειες έτσι ώστε να εξευρεθεί λύση, ή τουλάχιστον να μετριαστούν τα ίδια τα προβλήματα ή οι επιπτώσεις τους.
Κατά το παρελθόν έχουν προταθεί διαφορετικές προσεγγίσεις για την επιτυχή αντιμετώπιση των προβλημάτων αυτών. Οι περισσότερες από αυτές οδηγούν σε κοινές προσπάθειες, οι οποίες με τη σειρά τους απαιτούν ένα συγκεκριμένο πλαίσιο έτσι ώστε να καταστεί δυνατή η εφαρμογή εποικοδομητικών πολιτικών με γνώμονα την εξεύρεση λύσεων. Μία σχετική -και πολύ επιτυχημένη- προσέγγιση αποτελεί η οδηγία πλαίσιο για τη βιώσιμη ανάπτυξη. Σύμφωνα με την Επιτροπή Brundtland, η βιώσιμη ανάπτυξη είναι «η ανάπτυξη που καλύπτει τις ανάγκες του παρόντος χωρίς να θέτει σε κίνδυνο τη δυνατότητα των μελλοντικών γενεών να καλύψουν τις δικές τους ανάγκες». Η βιώσιμη ανάπτυξη είναι ένα ζήτημα που κατά κύριο λόγο αφορά τα κράτη και τις επιχειρήσεις, αλλά δεν παύει να αφορά εξίσου τους πολίτες και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής για όλους. Πρόσφατα, υιοθετήθηκε από τους Αρχηγούς Κρατών η “Ατζέντα 2030” που καθιερώνει τους 17 στόχους προς την κατεύθυνση της βιώσιμης ανάπτυξης (Sustainable Development Goals – SDGs).
H επίτευξη των ως άνω στόχων έως το 2030, απαιτεί μία ριζικά διαφορετική προσέγγιση της βιώσιμης ανάπτυξης σε διεθνές, αλλά και εθνικό επίπεδο. Η εν λόγω προσέγγιση οφείλει να είναι περισσότερο ολοκληρωμένη και στρατηγική σε σχέση με αντίστοιχες που υιοθετήθηκαν παλιότερα, καθώς το ζήτημα ανάγεται σε πρώτη προτεραιότητα διεθνώς. Απώτερο στόχο αποτελεί η ουσιαστική ταυτόχρονη ενσωμάτωση και των τριών διαστάσεων της βιώσιμης ανάπτυξης, κοινωνική, περιβαλλοντική και οικονομική, σε όλες τις εφαρμοσμένες πολιτικές, είτε αυτές αφορούν δημόσιους, είτε ιδιωτικούς οργανισμούς. Η προσπάθεια επικεντρώνεται στην αντιμετώπιση των κοινωνικών, οικονομικών και περιβαλλοντικών προκλήσεων με ολοκληρωμένο τρόπο, στην ενίσχυση της συνοχής πολιτικών, στη χριστή διοίκηση και στην αμοιβαία λογοδοσία. Επίσης, η προστασία του περιβάλλοντος καθίσταται «κέντρο ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος» για τις επιχειρήσεις μέσω της μείωσης κατανάλωσης ενέργειας, νερού και φυσικών πόρων, την ελαχιστοποίηση των αποβλήτων με αντίστοιχη μείωση του κόστους διαχείρισής τους και την αύξηση του μεριδίου της αγοράς λόγω του βελτιωμένου προφίλ (branding) των εταιριών.
Παράλληλά, το τελευταίο διάστημα έχει ενταθεί η προσπάθεια προς την υιοθέτηση ενός νέου παραγωγικού μοντέλου κυκλικής οικονομίας, το οποίο στηρίζεται στην εστίαση στην επαναχρησιμοποίηση, επισκευή, ανανέωση υφιστάμενων υλικών και προϊόντων, σε αντιδιαστολή με το γραμμικό μοντέλο που επικράτησε στο παρελθόν. Με τον όρο “κυκλική οικονομία” νοείται η σταδιακή δημιουργία ενός νέου παραγωγικού και καταναλωτικού μοντέλου που επιτρέπει τη χρήση των υλικών για πολύ μεγαλύτερο χρόνο με παράλληλη ελαχιστοποίηση της χρήσης φυσικών πόρων. Πρόκειται για το μοντέλο ανάπτυξης όπου όλα τα απόβλητα επαναχρησιμοποιούνται ή ανακυκλώνονται. Στην ουσία, η κυκλική οικονομία αποτελεί τη μετάβαση από ένα κάθετο μοντέλο “παραγωγής – κατανάλωσης – απόρριψης” σε ένα κλειστό κυκλικό μοντέλο όπου τα προϊόντα θα μπορούν να αποσυναρμολογούνται και να επαναχρησιμοποιούνται με την ελάχιστη δυνατή μεταποίηση. Στη βάση αυτή, ότι προηγουμένως θεωρούνταν απόβλητο, μπορεί να μετατραπεί σε πρώτη ύλη και να ενταχθεί εκ νέου στην εφοδιαστική αλυσίδα. Η παραγωγική ανασυγκρότηση στη βάση ενός μοντέλου κυκλικής οικονομίας, εκτός της αλλαγής στρατηγικής εκ μέρους των επιχειρήσεων και των οργανισμών, προϋποθέτει τη συνεργασία ανάμεσα σε όλους τους κρίκους μιας εφοδιαστικής αλυσίδας, αλλά και διαθεματικά, ανάμεσα σε φορείς που δραστηριοποιούνται σε διαφορετικές επιχειρηματικές περιοχές, στο πλαίσιο μιας “βιομηχανικής συμβίωσης”. Η έννοια της κυκλικής οικονομίας έρχεται να ανταποκριθεί στη φιλοδοξία για αειφόρο ανάπτυξης, καθώς οι δύο έννοιες είναι συμπληρωματικές αφού απαντούν σε κρίσιμα ζητήματα που σχετίζονται με την αυξανόμενη πίεση από την παραγωγή και κατανάλωση των φυσικών πόρων και την υποβάθμιση του περιβάλλοντος σε διεθνές επίπεδο.
Προς την κατεύθυνση της κυκλικής οικονομίας, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει εγκρίνει μια νέα, φιλόδοξη δέσμη μέτρων με στόχο να βοηθήσει τις επιχειρήσεις, τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης και τους καταναλωτές να κάνουν τη μετάβαση σε μια ισχυρότερη και πιο κυκλική οικονομία, όπου οι πόροι θα χρησιμοποιούνται με πιο βιώσιμο τρόπο. Τα προτεινόμενα μέτρα θα συμβάλουν σε έναν πληρέστερο κύκλο ζωής των προϊόντων μέσω της μεγαλύτερης ανακύκλωσης και επαναχρησιμοποίησής τους, και αναμένεται να αποφέρουν οφέλη τόσο για το περιβάλλον, όσο και για την οικονομία. Τα σχετικά σχέδια αντλούν τη μέγιστη αξία και χρήση από όλες τις πρώτες ύλες, τα προϊόντα και τα απόβλητα, προωθώντας την εξοικονόμηση ενέργειας και τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Βασική συνιστώσα του μοντέλου της κυκλικής οικονομίας είναι το γεγονός ότι οι προτάσεις καλύπτουν τον πλήρη κύκλο ζωής των προϊόντων, από την παραγωγή και την κατανάλωση μέχρι τη διαχείριση των αποβλήτων και την αγορά δευτερογενών πρώτων υλών.